GLOSSARY ENTRY (DERIVED FROM QUESTION BELOW) | ||||
---|---|---|---|---|
|
19:51 Feb 26, 2009 |
English to Greek translations [PRO] Medical - Medical (general) Additional field(s): Medical: Cardiology | |||||||||||
---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|
| Glossary-building KudoZ This question was created by: This question is closed
Selected response from: Elena Petelos United Kingdom Grading comment
|
Summary of translations provided | ||||
---|---|---|---|---|
5 +3 | ξενομόσχευμα |
| ||
5 | αλλομόσχευμα |
|
Discussion entries: 4 | |
---|---|
ξενομόσχευμα Definition from Καρακάσης, 1982: [Ετερομόσχευμα ή] ξενομόσχευμα ή ξενογενές μόσχευμα είναι αυτό που προέρχεται από ζώο διαφορετικού είδους. Example sentence(s):
Explanation: Ο όρος «ξενομόσχευμα» χρησιμοποιείται εκτενώς και περιλαμβάνεται στα περισσότερα σχετικά λεξικά, όπως για παράδειγμα το «Αγγλοελληνικό - Ελληνοαγγλικό Λεξικό Βιολογίας και Μοριακής Βιολογίας · Lackie - Dow» των εκδόσεων Πασχαλίδη (2002). |
| |