loan aid δανεικό ακουστικό

Creator:
Language pair:English to Greek
Definition / notes:Συχνά παρέσχονται δανεικά ακουστικά βαρηκοΐας ενώ επισκευάζονται τα παλιά ακουστικά ενός ασθενή.
All of ProZ.com
  • All of ProZ.com
  • Term search
  • Jobs
  • Forums
  • Multiple search