Jul 27, 2009 15:02
14 yrs ago
4 viewers *
English term
earned hours
GBK
English to Greek
Bus/Financial
Engineering: Industrial
Definition from
Lean Affiliates:
Labor or machine hours calculated by multiplying standard hourly rates by actual production for a given period. Earned hours are compared to actual hours to identify efficiency variances.
Example sentences:
The number of earned hours, or value-added hours, is determined from the computation of product produced and production time required for each product. These total hours are divided into the total cost of labor to determine the cost of labor per standard hour. (Society of Manufacturing Engineers)
You must fully understand what your earned hours are and what portions of labor make up those hours since it is the earned hours that produce your revenues, not the number of hours your employees are at work! (Ezine Articles)
If labor for individual operations are not currently tracked, a chart of accounts must be established that tracks labor down to the operation. Furthermore, by calculating the earned hours (estimated time to complete a task multiplied by the number of items complete), we can measure efficiency. (CBS Interactive Inc. )
Proposed translations
(Greek)
5 +1 | δεδουλευμένες ώρες | Elena Paschou |
4 +1 | Αναγκαιος Χρονος Εργασιας | Eva Smith |
3 +1 | παραγωγικές ώρες | Michael Iakovides |
Change log
Jul 27, 2009 14:59: changed "Kudoz queue" from "In queue" to "Public"
Jul 27, 2009 15:02: Enrique Cavalitto changed "Stage" from "Preparation" to "Submission"
Jul 31, 2009 14:41: Enrique Cavalitto changed "Stage" from "Submission" to "Selection"
Jul 31, 2009 14:41: Enrique Cavalitto changed "Stage" from "Submission" to "Selection"
Proposed translations
+1
1 day 15 hrs
παραγωγικές ώρες
Definition from
own experience or research:
Ο αγγλικός όρος αναφέρεται στις παραγωγικές ή ωφέλιμες ώρες εργασίας ή λειτουργίας μηχανών, ως προς τον ονομαστικό αριθμό πληρωμένων ωρών.
Example sentences:
Οι «παραγωγικές ώρες» αντιστοιχούν στον (µέσο) αριθµό ωρών που διαθέτει ο υπάλληλος ετησίως µετά την αφαίρεση των διακοπών, της αναρρωτικής άδειας και των λοιπών δικαιωµάτων. Ο εν λόγω υπολογισµός πρέπει να παρασχεθεί από τον δικαιούχο µε βάση τις περιόδους που αντιστοιχούν στις οικονοµικές καταστάσεις. (Greek subisdy proposal from ΕΣΕ)
+1
3 days 6 hrs
Αναγκαιος Χρονος Εργασιας
Definition from
own experience or research:
Αναγκαιες ωρες εργασιας για την παραγωγη μιας μοναδας (καποιου αντικειμενου η εργασιας)
Example sentences:
ΟΙ ωρες εργασιας παραγωγης (αναγκαιος χρονος πααγωγης) δεν ειναι ισες με τις ωρες πληρωμης (Παντειο Πανεπιστημιο )
+1
62 days
δεδουλευμένες ώρες
Definition from
Λεξικό εκδόσεων Παπαζ:
earned. Δεδουλευμένος. Αποκτημένος με εργασία που εκτελέστηκε, από προθεσμία που συμπληρώθηκε, από συναλλαγή που τελείωσε. Διαφέρει από το δώρο και από την αμοιβή για μελλοντική εργασία.
Example sentences:
ΔΕΔΟΥΛΕΥΜΕΝΕΣ ΩΡΕΣ ΤΡΙΜΗΝΙΑΙΑ | | Αριθμός ωρών ανά εβδομάδα του συνήθους ωραρίου εργασίας στην κύρια απασχόληση | Δεν μπορεί να αναφερθεί το σύνηθες ωράριο εργασίας, διότι οι δεδουλευμένες ώρες διαφέρουν σημαντικά μεταξύ των εβδομάδων ή των μηνών (EUR-Lex)
Αριθμός πραγματικά δεδουλευμένων ωρών στην κύρια εργασία κατά την εβδομάδα αναφοράς. (EUR-Lex)
Note from asker:
Συμφωνώ σε γενική βάση και δεν συμφωνώ με τις άλλες υποδείξεις, ωστόσο αυτό εξαρτάται και από το πώς ορίζει μια εταιρεία τον όρο σε συγκεκριμένα έντυπα. Κάποιες εταιρείες παρακάμπτουν το γενικό "λογιστικό" ορισμό (δεδουλευμένες) και χρησιμοποιούν τον όρο για διαφορετικές έννοιες, πχ. έννοιες "παραγωγικότητας". Δεν συνιστάται και πρέπει να διευκρινίζεται, διότι η παραγωγικότητα είναι μέγεθος που υπολογίζεται διαφορετικά. Στην καθημερινή οικονομική πρακτική στις ΗΠΑ, earned hours έχει ξεκάθαρα την έννοια "δεδουλευμένες". Η έννοια "παραγωγικές" είναι "productive work hours" και ο "αναγκαίος χρόνος εργασίας" είναι "required work time". |
Peer comment(s):
agree |
Abba Storgen (X)
123 days
|
Something went wrong...